Η κλιματική αλλαγή και οι επιπτώσεις της: Έρευνα γνώμης στους επισκέπτες της 85ης ΔΕΘ Θεσσαλονίκης

Eισαγωγή

Η κλιματική αλλαγή/κρίση αποτελεί πλέον μια πραγματική πρόκληση, την οποία ήδη βιώνουμε και θα επηρεάσει σημαντικούς κλάδους για την ανάπτυξη της Ελλάδας, αλλά και την κοινωνική συνοχή αρκετών περιοχών (Καρτάλης κ.ά., 2017). Η αποτελεσματικότητα των πολιτικών που αφορούν την κλιματική αλλαγή και την περιβαλλοντική υποβάθμιση συνδέεται άρρηκτα με τη συμπεριφορά των τελικών αποδεκτών της περιβαλλοντικής νομοθεσίας, δηλαδή των επιχειρήσεων και των ατόμων. Η από πάνω προς τα κάτω προσέγγιση (top down) έχει δείξει τα όριά της και η μεταβολή της στάσης και της συμπεριφοράς των πολιτών είναι πλέον αναγκαία για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, αλλά και την προσαρμογή στις επιπτώσεις της (Avrami and Sprinz, 2018). Ως εκ τούτου, η κατανόηση των μορφών περιβαλλοντικής συμπεριφοράς και των παραγόντων που τις επηρεάζουν είναι πλέον ζωτικής σημασίας για την ανάληψη στοχευμένων δράσεων.

Μελέτες που εμπίπτουν στους τομείς της περιβαλλοντικής κοινωνιολογίας και της ψυχολογίας διερευνούν τους εν λόγω παράγοντες. Ωστόσο, η εμπειρική γνώση στην Ελλάδα παραμένει ακόμη περιορισμένη. Σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα αποτελέσματα του Ευρωβαρόμετρου (2021) για την κλιματική αλλαγή, το 84% των ερωτηθέντων στην Ελλάδα θεωρεί την κλιματική αλλαγή πολύ σημαντικό πρόβλημα σε παγκόσμιο επίπεδο, όταν το αντίστοιχο ποσοστό στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ) είναι 78%. Ωστόσο, μόλις το 10% δηλώνει πως η κλιματική αλλαγή αποτελεί το σημαντικότερο πρόβλημα παγκοσμίως, με το αντίστοιχο ποσοστό στην ΕΕ να μην ξεπερνά το 18%. Σημειώνεται δε ότι για τους ευρωπαίους πολίτες η φτώχεια, η πείνα και η έλλειψη πόσιμου νερού αναδεικνύονται ως τα πλέον σημαντικά προβλήματα, με την κλιματική αλλαγή να βρίσκεται στην τέταρτη θέση της κατάταξης. Στην Ελλάδα μόλις ένας στους τρεις αναγνωρίζει ότι φέρει προσωπική ευθύνη για την κλιματική αλλαγή (33%), ενώ το 58% δηλώνει ότι έχει αναλάβει δράση σε ατομικό επίπεδο για την αντιμετώπιση του φαινομένου κατά το τελευταίο εξάμηνο. Βέβαια, οι δράσεις στις οποίες είθισται να προβαίνουν οι πολίτες είναι κυρίως η μείωση των απορριμμάτων και ο τακτικός διαχωρισμός τους για ανακύκλωση (69%), καθώς και ο περιορισμός των ειδών μιας χρήσης, όποτε αυτό είναι δυνατόν (66%) (European Commission 2021).

1. Παράγοντες φιλικής προς το περιβάλλον συμπεριφοράς

Με τον όρο φιλοπεριβαλλοντική συμπεριφορά (pro-environmental behavior) νοείται η συμπεριφορά που συνειδητά επιδιώκει να βελτιώσει την ποιότητα του περιβάλλοντος και να ελαχιστοποιήσει τον αρνητικό αντίκτυπο των ενεργειών κάποιου στο φυσικό και ανθρωπογενές περιβάλλον, για παράδειγμα μέσω της ελαχιστοποίησης της κατανάλωσης πόρων και ενέργειας, της χρήση μη τοξικών ουσιών και της μείωσης της παραγωγής αποβλήτων (Kollmuss and Agyeman, 2002; Yang et al., 2020).

Μεγάλο μέρος της βιβλιογραφίας επιχειρεί να ερμηνεύσει τη συμπεριφορά των ανθρώπων απέναντι στο περιβάλλον, διερευνώντας τους παράγοντες που δύνανται να την επηρεάσουν. Ιδιαίτερη έμφαση δίνεται στην περιβαλλοντική συνείδηση, η οποία, σύμφωνα με τους Kollmuss και Agyeman (2002), είναι το σύμπλεγμα περιβαλλοντικής γνώσης, αξιολογήσεων και στάσεων, το οποίο, σε συνδυασμό με τη συναισθηματική εμπλοκή, είναι ενσωματωμένο σε ευρύτερες προσωπικές προδιαθέσεις και προσανατολισμούς. Το σύμπλεγμα αυτό διαμορφώνεται από χαρακτηριστικά της προσωπικότητας και άλλους εσωτερικούς, καθώς και δημογραφικούς και εξωτερικούς παράγοντες (π.χ. πολιτικούς, κοινωνικούς και πολιτισμικούς και οικονομικούς). Αξίζει να σημειωθεί ότι το σύμπλεγμα αυτό φαίνεται να μεταβάλλεται δύσκολα κατά τη διάρκεια της ζωής ενός ανθρώπου (Kollmuss and Agyeman, 2002).

Καθοριστικός βέβαια είναι ο ρόλος των αξιών στη διαμόρφωση της περιβαλλοντικής συμπεριφοράς. Αξία είναι μια ρυθμιστική-κανονιστική (prescriptive) έννοια που αναφέρεται σε κάτι που δεν επιδέχεται άμεσης παρατήρησης, αφενός, και σε κάτι που εκλαμβάνεται ως επιθυμητέο, αφετέρου (Van Deth και Scarbrough 1995: 28, 46). Οι αξίες κατανοούνται ως (1) πεποιθήσεις επενδυμένες με έντονη συναισθηματική ενέργεια, που (2) κατευθύνουν και κινητροδοτούν άτομα και συλλογικότητες προς επιθυμητούς στόχους, (3) υφίστανται και λειτουργούν πάνω και πέρα από περιστάσεις και σημειακές συναναστροφές (π.χ. η αξία της ειλικρίνειας αναφύεται σε ποικίλες σφαίρες δραστηριότητας όπως είναι η οικογένεια, ο αθλητισμός, η πολιτική, οι επιχειρήσεις, το σχολείο κ.λπ.), (4) λειτουργούν κανονιστικά ως κριτήρια και μέτρο στάθμισης για την αποτίμηση γεγονότων, δημόσιων πολιτικών και ανθρώπων, και (5) οργανώνονται κατά ιεραρχική σειρά καθώς προσανατολίζουν και πλαισιώνουν επιμέρους στάσεις, προτιμήσεις οι οποίες οδηγούν σε ή συσχετίζονται με κοινωνικο-πολιτικές συμπεριφορές (Dietz, Fitzgerald and Shwom, 2005). Εκτιμάται ότι το αξιακό υπόβαθρο επηρεάζει τις ατομικές αποφάσεις και συνακόλουθα τη διαμόρφωση της ατομικής και της συλλογικής συμπεριφοράς σε σχέση με το περιβάλλον.

Αντίστοιχα, οι στάσεις1 ορίζονται ως η εντός ορισμένου χρονικού διαστήματος θετική ή αρνητική συναισθηματική προδιάθεση έναντι ενός ατόμου, αντικειμένου, κατάστασης ή ζητήματος. Από έρευνες έχει διαπιστωθεί ότι οι επιπτώσεις των περιβαλλοντικών στάσεων στις φιλοπεριβαλλοντικές συμπεριφορές ποικίλουν, συνήθως, όμως, είναι πολύ περιορισμένες. Ωστόσο, σημαντική συσχέτιση εμφανίζεται μεταξύ της περιβαλλοντικής στάσης και της χαμηλού κόστους2 φιλοπεριβαλλοντικής συμπεριφοράς (π.χ. ανακύκλωση) (Diekmann and Preisendoerfer, 1998).

Σημαντικός παράγοντας διαμόρφωσης της περιβαλλοντικής συνείδησης και της φιλοπεριβαλλοντικής συμπεριφοράς αποτελεί η συναισθηματική εμπλοκή (Leichenko και O’ Brien 2019, 66-71). Υπό την ευρεία έννοια, μπορεί να οριστεί ως ο βαθμός στον οποίο τα άτομα συνδέονται συναισθηματικά με τον φυσικό κόσμο, ενώ, υπό μια στενότερη, νοείται ως η ικανότητα των ατόμων να αντιδράσουν συναισθηματικά στην υποβάθμιση του φυσικού και ανθρωπογενούς περιβάλλοντος, ή, με άλλα λόγια, ως η συναισθηματική τους «επένδυση» στο εκάστοτε οικολογικό πρόβλημα. Τα συναισθήματα εμπλέκονται στον σχηματισμό των πεποιθήσεων, των αρχών και των στάσεων των ανθρώπων απέναντι στο περιβάλλον, στην επεξεργασία των πληροφοριών και των αποφάσεων που λαμβάνουν για αυτό (Brosch, 2021) καθώς και στις μορφές κινητοποίησης έναντι συλλογικών οικολογικών προβλημάτων (González-Hidalgo, 2020). Επίσης, θεωρείται ότι όσο ισχυρότερη είναι η συναισθηματική αντίδραση ενός ατόμου, τόσο πιθανότερο είναι εκείνο να εμπλακεί σε φιλοπεριβαλλοντικές συμπεριφορές (Kollmuss and Agyeman, 2002).

Επιπλέον, το επίπεδο ενημέρωσης και γνώσεων για τα περιβαλλοντικά ζητήματα φαίνεται ότι επηρεάζει έμμεσα τις φιλοπεριβαλλοντικές συμπεριφορές, καθώς δύναται να μεταβάλλει τις στάσεις, αλλά και να υποστηρίξει τις αξίες. Βέβαια, το υψηλό επίπεδο γνώσεων για το περιβάλλον δεν συνοδεύεται κατά ανάγκη από συμπεριφορές φιλικές προς το περιβάλλον ούτε αποτελεί προαπαιτούμενο τέτοιων συμπεριφορών. Σύμφωνα με τους Bohlen κ.ά. (1993), η εκδήλωση φιλοπεριβαλλοντικής συμπεριφοράς από ένα άτομο προϋποθέτει κατ’ αρχάς την κατανόηση των συνεπειών που επιφέρει η δράση του. Αξίζει δε να επισημανθεί ότι οι θετικές προς το περιβάλλον συμπεριφορές δεν αποτελούν κατ’ ανάγκη ένδειξη υψηλού γνωστικού επιπέδου για περιβαλλοντικά ζητήματα (Bagozzi κ.ά., 1992).

2. Η κλιματική αλλαγή στην κοινή γνώμη

Στο πλαίσιο του έργου «Εθνικό Δίκτυο για την Κλιματική Αλλαγή και τις επιπτώσεις της», το ΕΚΚΕ διερευνά τις κοινωνικές διαστάσεις της κλιματικής αλλαγής/κρίσης και τον τρόπο που κατανοείται από την κοινή γνώμη. Η μελέτη αυτή εντάσσεται στις δράσεις του Εθνικού Δικτύου για την Κλιματική Αλλαγή (CLIMPACT). Εκτός της κύριας έρευνας, τον Σεπτέμβριο του 2021 το ΕΚΚΕ πραγματοποίησε συμπληρωματική μέτρηση σε αριθμό επισκεπτών της 85ης ΔΕΘ με σκοπό την αποτύπωση των απόψεων, στάσεων και συμπεριφορών των συμμετεχόντων όσον αφορά την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεών της.

3. Δείγμα

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε στους χώρους της ΔΕΘ στο διάστημα 15-19 Σεπτεμβρίου 2021 σε μη αντιπροσωπευτικό δείγμα διαθεσιμότητας επισκεπτών της ΔΕΘ. Συμπληρώθηκαν συνολικά 116 ερωτηματολόγια μέσω του κινητού τηλεφώνου των ερωτωμένων που συμμετείχαν στην έρευνα, με δυνατότητα ανάγνωσης QR code για πρόσβαση στο ερωτηματολόγιο. Τόσο για τη συλλογή, όσο και για την παρουσίαση/ανάλυση των αποτελεσμάτων, χρησιμοποιήθηκε η διαδικτυακή πλατφόρμα Survey Monkey.3 Το μεγαλύτερο ποσοστό των συμμετεχόντων στην έρευνα ανήκει σε μικρές ηλικιακά ομάδες. Στην κατηγορία 15-29 ετών περιλαμβάνονται 56 άτομα και στην κατηγορία 30-45 ετών 35 άτομα. Οι γυναίκες και οι άντρες εκπροσωπούνται περίπου εξίσου, σχεδόν όλοι/ες (103 άτομα) είναι υψηλού εκπαιδευτικού επιπέδου, δηλαδή κάτοχοι πτυχίου ΑΕΙ/ΤΕΙ, μεταπτυχιακού ή διδακτορικού διπλώματος (Διάγραμμα 1).

Διάγραμμα 1. Κοινωνικοδημογραφικά χαρακτηριστικά του δείγματος

4. Στάσεις και απόψεις για την κλιματική αλλαγή

Η κλιματική αλλαγή/κρίση, η οικονομική κρίση και οι ανισότητες, καθώς και η ρύπανση του περιβάλλοντος αναδείχθηκαν ως οι σημαντικότερες παγκόσμιες προκλήσεις, σύμφωνα με τις απόψεις των ερωτηθέντων, συγκεντρώνοντας ποσοστά από 64% (74 απαντήσεις) έως 68% (79 απαντήσεις) (Διάγραμμα 2). Αντίθετα, η πανδημία του κορωνοϊού και οι προσφυγικές ροές, δύο ζητήματα που απασχόλησαν έντονα την ευρωπαϊκή κοινή γνώμη σε παγκόσμιο επίπεδο τα τελευταία χρόνια, συγκεντρώνουν πολύ λιγότερες απαντήσεις (40 και 29 αντίστοιχα). Φαίνεται ότι για τους ερωτώμενους τουλάχιστον, η ανησυχία για αυτά τα δύο θέματα έχει αισθητά υποχωρήσει την περίοδο διεξαγωγής της έρευνας.

Σε αντίστοιχη ερώτηση για τα σημαντικότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Ελλάδα σήμερα (Διάγραμμα 3), σαφώς μικρότερος αριθμός ατόμων συμπεριλαμβάνουν την κλιματική αλλαγή/κλιματική κρίση στις κύριες προκλήσεις (47 απαντήσεις). Η πλειονότητα των ερωτηθέντων εκτιμά ότι πρωτίστως τα οικονομικά ζητήματα αποτελούν τις κύριες προκλήσεις για την Ελλάδα και ιδίως η κατάσταση της οικονομίας /ανισότητες, η ανεργία και η έλλειψη ευκαιριών απασχόλησης (67 απαντήσεις αντιστοίχως). Ακολουθούν η ανομία και διαφθορά (50 απαντήσεις), η φτώχεια και οι οικονομικές ανισότητες (49 απαντήσεις) και η φυγή ανθρώπινου κεφαλαίου στο εξωτερικό (49 απαντήσεις). Οι προσφυγικές ροές/ένταξη των μεταναστών, η πανδημία και η γεωπολιτική αστάθεια στην περιοχή φαίνεται να ανησυχούν σε πολύ μικρότερο βαθμό τους ερωτώμενους (από 21 έως 42 απαντήσεις).

Οι απαντήσεις ίσως είναι αναμενόμενες δεδομένου του βάρους των νέων στο δείγμα της έρευνας και των διαφορετικών προτεραιοτήτων που έχουν αυτές οι ηλικιακές ομάδες σε σχέση με τον υπόλοιπο πληθυσμό. Φαίνεται ότι η επαγγελματική αβεβαιότητα και η οικονομική κατάσταση επισκιάζουν όλα τα άλλα σοβαρά προβλήματα που αντιμετωπίζει η χώρα, ακόμη και μετά τις πρόσφατες εμπειρίες των ακραίων καιρικών φαινομένων. Βέβαια, προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία το γεγονός ότι αναγνωρίζουν μεν ότι η κλιματική αλλαγή είναι το σημαντικότερο πρόβλημα σε παγκόσμιο επίπεδο, πλην όμως δηλώνουν ότι αυτό δεν ισχύει για την Ελλάδα. Τούτο υποδηλώνει ότι δεν αισθάνονται ότι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής είναι εξίσου άμεσες στη χώρα μας.

Διάγραμμα 2. Σημαντικότερες παγκόσμιες προκλήσεις

Σχήμα 2

Σημείωση: Οι ερωτώμενοι είχαν τη δυνατότητα να δώσουν μέχρι 5 απαντήσεις

 

Διάγραμμα 3. Σημαντικότερα προβλήματα στην Ελλάδα

Διάγραμμα 3

 

Ογδόντα από τα 116 δηλώνουν ότι νοιώθουν «ανησυχία» για την κλιματική αλλαγή, ενώ ένας στους δύο δηλώνει ότι αισθάνεται «απογοήτευση» ή/και «φόβο/αγωνία» (Διάγραμμα 4). Σε σχετική ερώτηση, ελάχιστοι, μάλιστα, είναι αυτοί/ές που αμφισβητούν ότι υπάρχει πρόβλημα κλιματικής αλλαγής, μόλις 13 άτομα.

Διάγραμμα 4. Πώς νοιώθετε όταν ακούτε για την κλιματική αλλαγή;

Διάγραμμα 4

 

Όσον αφορά τη βασική αιτία του φαινομένου, η πλειονότητα των ερωτηθέντων (73 στα 116 άτομα) αποδίδει την κλιματική αλλαγή κυρίως στον ανθρώπινο παράγοντα, ενώ ένας στους τρεις θεωρεί ότι είναι αποτέλεσμα τόσο της ανθρώπινης δραστηριότητας, όσο και φυσικών αιτίων. Τούτο έμμεσα υποδηλώνει ότι πάνω από το 60% των συμμετεχόντων στην έρευνα γνωρίζουν πράγματι τα αίτια της κλιματικής αλλαγής. Ιδιαίτερα μικρός αριθμός (μόλις 3 άτομα) θεωρεί ότι συνδέεται κυρίως με φυσικά αίτια και άρα έμμεσα αμφισβητεί τη συμβολή των ανθρώπινων δραστηριοτήτων στις κλιματικές μεταβολές (Διάγραμμα 5).

Διάγραμμα 5. Απόψεις για τα αίτια της κλιματικής αλλαγής

Διάγραμμα 5

Η πλειονότητα των ερωτηθέντων φαίνεται να αντιλαμβάνεται τις πολλαπλές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, με τους περισσότερους/ες να αναφέρουν -ύστερα από ένα ιδιαίτερα θερμό καλοκαίρι και την καταστροφή τεράστιων εκτάσεων δασικής γης- την αύξηση της θερμοκρασίας της γης και της συχνότητας των ακραίων καιρικών φαινομένων ως κύριες επιπτώσεις (101 απαντήσεις ή ποσοστό 87% και 95απαντήσεις ή ποσοστό 82% αντίστοιχα). Αντίθετα, δεν φαίνεται να αντιλαμβάνονται στον ίδιο βαθμό τις κοινωνικές επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής (51,7%/60 απαντήσεις), καθώς και τις επιπτώσεις στις μαζικές μετακινήσεις πληθυσμών που αυτή πυροδοτεί (46,5%/54 απαντήσεις) (Διάγραμμα 6).

Διάγραμμα 6. Ποιες θεωρείτε ότι είναι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής;

Διάγραμμα 6

Ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι απαντήσεις στο ερώτημα «ποιος κυρίως ευθύνεται για την κλιματική αλλαγή σε παγκόσμιο επίπεδο», καθώς οι ερωτώμενοι φαίνεται να αποδίδουν το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης στις βιομηχανίες/επιχειρήσεις (69 απαντήσεις) και στις χώρες που δεν εφαρμόζουν τις διεθνείς συνθήκες (58 απαντήσεις) (Διάγραμμα 7). Σαφώς μικρότερος αλλά αξιοσημείωτος αριθμός, περίπου 1 στους 3 (40 απαντήσεις), θεωρούν ότι και οι πολίτες έχουν σημαντικό μερίδιο ευθύνης για την κλιματική αλλαγή.

Διάγραμμα 7. Ποιος κυρίως ευθύνεται για την κλιματική αλλαγή σε παγκόσμια κλίμακα;

Διάγραμμα 7

Ωστόσο, η πλειονότητα δεν φαίνεται να βιώνει ή/και να αντιλαμβάνεται τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής σε προσωπικό επίπεδο, δηλώνοντας ότι επηρεάζεται προσωπικά «αρκετά» ή «λίγο» από αυτήν (41 και 19 άτομα αντίστοιχα). Ενδεχομένως τούτο ερμηνεύει και τη σχετική απροθυμία των πολιτών να αναλάβουν δράσεις που έχουν κόστος ή συνεπάγονται σημαντικές αλλαγές για την καθημερινότητά τους.

Πιο συγκεκριμένα, από τις απόψεις των ερωτωμένων σχετικά με τις ατομικές πρωτοβουλίες που προτίθενται να αναλάβουν σε προσωπικό επίπεδο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, προκύπτει κατ’ αρχάς το υψηλό περιβαλλοντικό ενδιαφέρον και διαθεσιμότητα. Οι μισοί αναγνωρίζουν ότι έχουν μερίδιο ευθύνης για το φαινόμενο και δηλώνουν ότι είναι διατεθειμένοι/ες να διαθέσουν μέρος του εισοδήματός τους για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του (55 άτομα) (Διάγραμμα 8). Ταυτόχρονα όμως αναμένουν από το κράτος να αναλάβει δράση, χωρίς οικονομικές επιπτώσεις για τους ίδιους τους πολίτες (54 άτομα). Αξίζει βέβαια να σημειωθεί ότι είναι πολλοί (45 άτομα) αυτοί/ές που δεν αναγνωρίζουν την ατομική ευθύνη για την κλιματική αλλαγή και μάλλον είναι λιγότερο πρόθυμοι/ες να συνεισφέρουν οικονομικά στην αντιμετώπιση του φαινομένου.

Διάγραμμα 8. Ατομική ευθύνη και πρόθεση ανάληψης δράσης

Σημείωση: Αναφέρεται το ποσοστό των ερωτηθέντων που δήλωσε ότι συμφωνεί με αυτές τις προτάσεις

Ως προς τις δράσεις που πρέπει να αναληφθούν για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής, αυτές που αναφέρονται συχνότερα είναι η αύξηση της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές (63 στα 116 άτομα) και η άμεση απαγόρευση των πλαστικών μιας χρήσης (56 άτομα). Πολλοί είναι επίσης εκείνοι που συναινούν στην απολιγνιτοποίηση της ελληνικής οικονομίας (48 στα 116 άτομα) (Διάγραμμα 9). Υπάρχουν, ωστόσο και αρκετοί, 4 στους 10, που θεωρούν ότι οι πολίτες δεν μπορούν να επηρεάσουν την κατάσταση, όσο δεν εφαρμόζονται οι διεθνείς συνθήκες για το κλίμα, αποδίδοντας έμμεσα την κύρια ευθύνη στις κυβερνήσεις και τους διεθνείς οργανισμούς.

Διάγραμμα 9. Απόψεις για συγκεκριμένες προτάσεις πολιτικής και μέτρα αντιμετώπισης

Διάγραμμα 9

Σημείωση: Αναφέρεται το ποσοστό των ερωτηθέντων που δήλωσε ότι συμφωνεί με αυτές τις προτάσεις

Όσον αφορά τις ατομικές παραχωρήσεις που είναι διατεθειμένοι/ες να κάνουν προκειμένου να αντιμετωπίσουν ή να περιορίσουν τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής φαίνεται να επικρατούν οι «εύκολες» λύσεις, όπως η συστηματική ανακύκλωση και η επιλογή της πεζοπορίας ή του ποδηλάτου για τις κοντινές αποστάσεις, καθώς 3 στους 4 ερωτώμενους είναι διατεθειμένοι να υιοθετήσουν. Αντίθετα, πιο «δύσκολες» επιλογές, όπως η μείωση της κατανάλωσης κόκκινου κρέατος, ο περιορισμός των αεροπορικών ταξιδιών και η αποδοχή της εγκατάστασης ανεμογεννητριών στην περιοχή τους γίνονται σαφώς λιγότερο αποδεκτές (Διάγραμμα 10). Οι τοποθετήσεις αυτές υποδηλώνουν μια απροθυμία να βγουν οι πολίτες από τη «ζώνη άνεσης», στην οποία έχουν συνηθίσει, προκειμένου να αντιμετωπίσουν ένα φαινόμενο που και οι ίδιοι αξιολογούν ως πολύ σοβαρό και ανησυχητικό.

Διάγραμμα 10. Πρόθεση ανάληψης συγκεκριμένων δράσεων σε ατομικό επίπεδο για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής

Διάγραμμα 10
Στην τελευταία ερώτηση, οι απόψεις που εκφράζονται σχετικά με τις δύο κύριες μορφές ανανεώσιμης ενέργειας, την ηλιακή και την αιολική, αποκαλύπτουν τις εσωτερικές αντιφάσεις που χαρακτηρίζουν και μεγάλο ποσοστό της κοινής γνώμη γενικότερα ως προς το ενεργειακό μείγμα που πρέπει να υιοθετήσει η χώρα για την αντιμετώπιση των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής: «ναι στα αιολικά πάρκα, αλλά όχι στην περιοχή μου», «ναι στα φωτοβολταϊκά πάρκα, μολονότι στερούν έδαφος από την αγροτική παραγωγή, άμεση μείωση της εξάρτησης από τον λιγνίτη, αλλά χωρίς σημαντικές ανατροπές στον τρόπο ζωής μου».

Διάγραμμα 11. Απόψεις για τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας

Διάγραμμα 11

 

Συμπερασματικές σκέψεις

Από τη συγκεκριμένη μέτρηση που διενήργησε το ΕΚΚΕ για την κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις της φαίνεται κατ’ αρχάς ότι η περιβαλλοντική στάση και ευαισθητοποίηση δεν συνοδεύεται απαραίτητα από τις αντίστοιχες προθέσεις για την υιοθέτηση υψηλού κόστους φιλοπεριβαλλοντικής συμπεριφοράς, που απαιτεί οικονομικούς πόρους, χρόνο και μεταβολή του τρόπου ζωής.

Η πλειονότητα των ερωτώμενων δείχνει να γνωρίζει τα αίτια και τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, εκδηλώνει έντονη ανησυχία για το φαινόμενο και αναγνωρίζει ότι πρόκειται για τη σημαντικότερη πρόκληση σε παγκόσμιο επίπεδο. Ωστόσο, δεν αισθάνεται να επηρεάζεται άμεσα από αυτό σε προσωπικό επίπεδο και θεωρεί ότι κυρίως τα οικονομικά ζητήματα αποτελούν τα σημαντικότερα προβλήματα στην Ελλάδα. Προκαλεί ιδιαίτερο προβληματισμό αυτή η διαφαινόμενη επικρατούσα αντίληψη περί χαμηλού κινδύνου απέναντι στις κλιματικές μεταβολές ιδίως μετά τις ακραίες καιρικές συνθήκες και τις φυσικές καταστροφές που πρόσφατα βίωσαν οι Έλληνες πολίτες.

Αυτή η ψυχολογική απόσταση που φαίνεται ότι αισθάνονται οι Έλληνες απέναντι στην κλιματική αλλαγή και τις επιπτώσεις της μπορεί να ερμηνεύσει εν μέρει και τη σχετική απροθυμία για ανάληψη ατομικών δράσεων που συνεπάγονται ριζικές αλλαγές στην καθημερινότητά τους. Όπως προκύπτει από άλλες μελέτες, τα προσωπικά βιώματα σε φυσικές καταστροφές έχουν συνήθως τον μεγαλύτερο αντίκτυπο στις αντιλήψεις κινδύνου των ατόμων. Το να ζουν, όμως, απλώς σε μια πιο εκτεθειμένη σε τέτοια φαινόμενα περιοχή, χωρίς να τα έχουν βιώσει, δεν επηρεάζει την ανησυχία τους (Lujala, Lein and Ketil Rød, 2014).

Όπως προκύπτει και από άλλες μελέτες, οι άνθρωποι τείνουν να επιλέγουν τις φιλοπεριβαλλοντικές συμπεριφορές που απαιτούν το λιγότερο κόστος, όπως η ανακύκλωση, αλλά δεν εμπλέκονται απαραίτητα σε δραστηριότητες που είναι πιο δαπανηρές και άβολες, όπως ο περιορισμός της της οδήγησης ή οι λιγότερες πτήσεις. Επίσης, τα άτομα με υψηλά επίπεδα περιβαλλοντικής συνείδησης μπορεί να μην είναι πρόθυμα να κάνουν μεγαλύτερες παραχωρήσεις στον τρόπο ζωής, αλλά εμφανίζονται πιο πρόθυμα να δεχθούν πολιτικές αλλαγές που θα ενισχύσουν φιλοπεριβαλλοντικές συμπεριφορές, όπως οι υψηλότεροι φόροι καυσίμων ή οι αυστηρότεροι κανονισμοί δόμησης (Kollmuss and Agyeman, 2002). Πράγματι, η πλειονότητα των συμμετεχόντων στην έρευνα συναινεί στην υιοθέτηση πολιτικών που θα επιφέρουν οικονομικό κόστος. Δεδομένου όμως ότι οι περισσότεροι εξ αυτών ανήκουν στις νεότερες ηλικιακά ομάδες με υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο, προκαλεί ανησυχία το ιδιαίτερα υψηλό ποσοστό εκείνων που δεν συναινούν με την ανάληψη μέτρων πολιτικής που συνεπάγονται οικονομικό κόστος και είναι επιφυλακτικοί στην ανάπτυξη των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην περιοχή τους, π.χ. αιολικών πάρκων. Το γνωστό σύνδρομο «όχι στην πίσω αυλή μου» (Not Ιn Μy Βack Υard, NIMBY) φαίνεται ακόμη να επικρατεί και να καθοδηγεί τις στάσεις και συμπεριφορές των πολιτών απέναντι στην κλιματική αλλαγή. Τα αποτελέσματα της συγκεκριμένης μέτρησης λειτουργούν ως προάγγελος των αποτελεσμάτων μιας πολύ μεγαλύτερης έρευνας που έχει διεξαγάγει το ΕΚΚΕ στο πλαίσιο των δράσεων του CLIMPACT τα οποία σύντομα θα δουν το φως της δημοσιότητας.

Βιβλιογραφικές αναφορές

  • Avrami, L. and Sprinz, D. (2018). Measuring and explaining the EU’s Effect on National Climate Performance, Environmental Politics, DOI: 10.1080/09644016.2018.1494945.
  • Bagozzi, R., Z. Gürnao-Canli and J. Priester (2002). The Social Psychology of Consumer Behaviour. Buckingham: Open University Press.
  • Bohlen, G. M., Diamantopoulos, A. and Schlegelmilch, B. B. (1993). Consumer Perceptions of the Environmental Impact of an Industrial Service. Marketing Intelligence and Planning, 11 (1), 37-48.
  • Brosch, T. (2021). Affect and emotions as drivers of climate change perception and action: a review, Current Opinion in Behavioral Sciences, 42(1), 15-21.
  • Diekmann, A., and Preisendoerfer, P. (1998). Environmental behavior-discrepancies between aspirations and reality, Rationality and Society, 10, 79-102.
  • Dietz, T., Fitzgerald, A., and Shwom, R. (2005). Environmental Values, Annual Review of Environmental Resources, 30(1), 335-372.
  • European Commission (2021). Special Eurobarometer 513: Climate Change, Country Highlights – Greece. Brussels: European Commission, Directorate-General for Communication.
  • González-Hidalgo, M. (2020). The ambivalent political work of emotions in the defence of territory, life and the commons, EPE: Nature and Space 0(0) 1–22 DOI: 10.1177/2514848620961737
  • Kollmuss A. and Agyeman J. (2002). Mind the Gap: why do people act environmentally and what are the barriers to pro-environmental behavior? Environmental Education Research, 8(3), 239-260.
  • Leichenko, R. και O’ Brien, K. (2019). Climate and Society : Transforming the Future. Cambridge: Polity Press.
  • Lujala P., Lein H., and Ketil Rød J., (2014). Climate change, natural hazards, and risk perception: the role of proximity and personal experience, Local Environment, 20(4), 489-509.
  • Van Deth, J. W. και Scarbrough, E. (1995). The Concept of Value. Στο Van Deth, J. W. και Scarbrough, E. (επ.) The Impact of Values. Οξφόρδη: Oxford University Press (σελ.21-47).
  • Yang, M. X., Tang, X., Cheung, M. L. and Zhang, Y. (2020). An institutional perspective on consumers’ environmental awareness and pro-environmental behavioral intention: Evidence from 39 countries, Business Strategy and the Environment, 30(1), 566-575.
  • Καρτάλης, K., Κοκκώσης, X. Οικονόμου, Δ., Σανταμούρης, Μ., Αγαθαγγελίδης, Η., Πολύδωρος, Α., Κρομμύδα, Β., και Κουτσοπούλου, Α. (2017). Οι Επιπτώσεις της Κλιματικής Αλλαγής στην Ανάπτυξη: Τα Βασικά Σημεία της Μελέτης. διαΝΕΟσις.

1Συγκεκριμένα ως προς την κλιματική αλλαγή, ως γενικό μέτρο της στάσης των ανθρώπων θεωρείται η τάση τους να πιστεύουν ότι η κλιματική αλλαγή προκαλείται από τον άνθρωπο (Lujala, Lein and Ketil Rød, 2015, σελ. 498).
2Το κόστος, εν προκειμένω, δεν περιορίζεται στην οικονομική έννοια του όρου, αλλά χρησιμοποιείται με την ευρύτερη ψυχολογική έννοια, περιλαμβάνοντας, μεταξύ άλλων, τον χρόνο και την προσπάθεια που απαιτείται για την ανάληψη μιας φιλοπεριβαλλοντικής συμπεριφοράς.
3Τα Διαγράμματα που ακολουθούν αναφέρουν μόνο ποσοστά και όχι απόλυτους αριθμούς, καθώς η πλατφόρμα που χρησιμοποιήθηκε δεν δίνει αυτή τη δυνατότητα. Συνοδευόμενοι ενίοτε από τα ποσοστά, στο κυρίως κείμενο αναγράφονται οι απόλυτοι αριθμοί των απαντήσεων, στοιχείο απαραίτητο λόγω του περιορισμένου μεγέθους του δείγματος διαθεσιμότητας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Skip to content