Ανθρωπόκαινος και Μέλλον της Ανθρωπότητας: Τέλος του Homo sapiens ή μετάβαση στον Homo stellaris;
Πρόλογος
Πρόσφατα διάβασα το άρθρο του παλαιοντολόγου Henry Gee στο Scientific American του Νοεμβρίου 2021, που τιτλοφορείται Humans Are Doomed to Go Extinct, και με απασχόλησε αν η κατάρρευση του σημερινού πολιτισμού είναι αναπόφευκτη και ποια στοιχεία είναι απαραίτητα για να υπολογίσουμε, έστω ποιοτικά, την πιθανότητα επιβίωσης του Homo sapiens, μιας και όλα τα είδη και τα γένη έμβιων όντων φαίνεται να ακολουθούν τον κύκλο γένεσης, εξέλιξης και θανάτου. Θα μου πείτε: μα καλά, υπάρχει πιθανότητα να καταρρεύσει ο πολιτισμός μας ή και να εξαφανιστούμε ως είδος, όταν κατακτούμε με ραγδαίους ρυθμούς γνώση, θεραπείες, τεχνολογίες; Μα ακριβώς στην εποχή που η επιστήμη και η τεχνολογία φαίνεται να εξελίσσονται με πρωτόγνωρη ταχύτητα αναδύεται αυτό το παράδοξο: όσο περισσότερο αναπτυσσόμαστε ως πολιτισμός και αναπόφευκτα παρεμβαίνουμε στη φύση διαμορφώνοντας – επί τω χείρω ή τω βελτίω – τις περιβαλλοντικές συνθήκες του πλανήτη μας, τόσο περισσότερο αμβλύνονται οι εξελικτικές πιέσεις στο ανθρώπινο γονιδίωμα που μπορεί να οδηγεί σε μείωση της προσαρμοστικότητας μας στις όποιες νέες συνθήκες (είτε τις διαμορφώνουμε συνειδητά ή ασυνείδητα με την δραστηριότητα μας). Το ιστορία άλλων ειδών του γένους Homo, αλλά και άλλων ειδών της πανίδας και χλωρίδας δείχνει ότι η ανεπαρκής προσαρμοστικότητα αυξάνει τη πιθανότητα εξαφάνισης, και το ίδιο εν δυνάμει ισχύει και για τον Homo sapiens.
Αν δε συνυπολογίσουμε την εν εξελίξει ανθρωπογενή κλιματική αλλαγή και την συνεπακόλουθη αποσταθεροποίηση του κλίματος, την υπέρβαση επτά εκ των εννέα γεωφυσικών ορίων που έχουν τεθεί το Ινστιτούτο PIK (Potsdam Institute for Climate Impact Research) ως αναγκαία για την διατήρηση της ζωής όπως έχει διαμορφωθεί κατά την Ολόκαινο, την έκτη μαζική εξαφάνιση ειδών που προκαλεί ο άνθρωπος μέσα από την δραστηριότητα του, τον κίνδυνο πυρηνικού πολέμου, την κατασπατάληση και διαφαινόμενη εξάντληση πρώτων υλών, την πρόσφατη ραγδαία επιδείνωση των γεωπολιτικών διεθνών σχέσεων με αύξηση της απήχησης των ιδεολογιών μίσους (φέρνοντας ξανά στο προσκήνιο συνθήκες ανάλογες με του Mεσοπολέμου του 20ου αιώνα) και την διαφαινόμενη έλλειψη συλλογικού ενστίκτου αυτοσυντήρησης, τότε διαγράφεται ένα δυσοίωνο σενάριο για την εξέλιξή μας — τόσο ως πολιτισμός όσο και ως είδος. Σε αντίθεση με τα εκατομμύρια είδη που έχουν εξαφανιστεί στις πέντε μεγάλες μαζικές εξαφανίσεις ειδών στην ιστορία της βιόσφαιρας, αλλά και στη παρούσα 6η μαζική εξαφάνιση ειδών, ο Homo sapiens είναι το μόνο – πιθανά – είδος που έχει αυτοσυνείδηση και την δυνατότητα επίγνωσης των εξελίξεων και των επιπτώσεων τους. Πρέπει βέβαια στην εξίσωση να συνυπολογίσουμε την ανερχόμενη ιδεοληπτική άρνηση της γνώσης από μεγάλες μερίδες του πληθυσμού, που οδηγεί και αυτό, πιθανώς νομοτελειακά, στο αποτέλεσμα της ταινίας Don’t Look Up, όχι αναγκαστικά από πτώση αστεροειδούς αλλά από πλείστες όσες άλλες φυσικές ή ανθρωπογενείς μελλοντικές ή εν εξελίξει καταστροφές.
Πως θα μπορούσε να ξεφύγει ο Homo sapiens από ένα ζοφερό μέλλον – που ίσως να μην είναι και τόσο μακρινό;
Η ιστορία του πλανήτη διδάσκει
Η ιστορία του πλανήτη μας βρίθει παραδειγμάτων ολόκληρων κλάδων, οικογενειών, τάξεων και ειδών που, ενώ κυριάρχησαν σε κάποια φάση εξέλιξης της ζωής στη Γη, εξαφανίστηκαν αφήνοντας πίσω τους την ανάμνηση της ύπαρξης τους σε απολιθώματα και σε ορισμένες περιπτώσεις και στο γενετικό κώδικα άλλων μεταγενέστερων ειδών. Έχουν διαπιστωθεί πέντε μεγάλες μαζικές εξαφανίσεις πανίδας και χλωρίδας. Η πρώτη συνέβη κατά την Ορδοβίκια περίοδο, πριν από περίπου 443 εκατομμύρια χρόνια· η δεύτερη κατά τη Δεβόνια περίοδο, πριν από περίπου 370 εκατομμύρια χρόνια· η τρίτη, και μεγαλύτερη, στο τέλος της Πέρμιας περιόδου, πριν από 252 εκατομμύρια χρόνια, όταν αφανίστηκε πάνω από το 90% των θαλάσσιων ειδών· η τέταρτη στο τέλος της Τριαδικής περιόδου, πριν από 201 εκατομμύρια χρόνια· και η πέμπτη στο τέλος της Κρητιδικής περιόδου, πριν από 66 εκατομμύρια χρόνια με την καταστροφική πτώση του αστεροειδούς στο Γιουκατάν δημιουργώντας τον τεράστιο κρατήρα Chicxulub. Στην εικόνα 1 φαίνεται ο ρυθμός εξαφάνισης (αριθμός οικογενειών ανά εκατομμύριο χρόνια) σε σχέση με τον γεωλογικό χρόνο.

Εικόνα 1: Ο ρυθμός εξαφάνισης οικογενειών συναρτήσει του γεωλογικού χρόνου. Τα πέντε μεγάλα γεγονότα ενδεικνύονται χαρακτηριστικά και αναφέρεται για κάθε ένα το ποσοστό των ειδών,γενών και οικογενειών που εξαφανίστηκαν (Πηγή: OurWorldinData.org – H.Ritchie).
Χαρακτηριστικά παραδείγματα οργανισμών που εξαφανίστηκαν σε αυτά τα γεγονότα είναι οι τριλοβίτες, θαλάσσια αρθρόποδα με κοινό πρόγονο με τα σημερινά καβούρια, οι οποίοι ενώ επιβίωσαν για σχεδόν 270 εκατομμύρια χρόνια εξαφανίστηκαν στο τέλος του Περμίου περιόδου, πιθανώς λόγω συνδυασμού ηφαιστειακής δραστηριότητας, κλιματικής αστάθειας και μεταβολών στην οξυγόνωση των ωκεανών. Αντίστοιχα, τα αμμωνοειδή κεφαλόποδα που έζησαν για 340 εκατομμύρια χρόνια εξαφανίστηκαν κατά την Κρητιδική μαζική εξαφάνιση μαζί με τους μη πτηνόμορφους δεινόσαυρους. Κάθε μία από αυτές τις μαζικές εξαφανίσεις ειδών οδήγησαν στην εξαφάνιση των μέχρι τότε κυρίαρχων μορφών ζωής. Είναι φανερό λοιπόν ότι η βιοποικιλότητα της Γης δεν εξελίσσεται γραμμικά αλλά οι περίοδοι σταθερότητας και ανάπτυξης της βιοποικιλότητας διακόπτονται από μαζικές εξαφανίσεις, οι οποίες με τη σειρά τους δημιουργούν βιολογικά κενά και ευνοούν την ταχεία ανάπτυξη νέων εξελικτικών γραμμών (πχ., Lyson et al., 2019, Erwin 2001).
Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι αυτές οι μαζικές εξαφανίσεις προκλήθηκαν κυρίως από ακραία και σπάνια φυσικά φαινόμενα, όπως μαζικές ηφαιστειακές εκρήξεις, αλλαγές στη χημεία της ατμόσφαιρας και των ωκεανών, πτώσεις μετεωριτών ή αστεροειδών, αλλά και από ενδογενή γενετική ευθραυστότητα των ίδιων των οικοσυστημάτων. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η κατάσταση στην οποία είχαν περιέλθει πολλά είδη δεινοσαύρων πριν ακόμη την καταστροφική πτώση του αστεροειδούς στο τέλος της Κρητιδικής περιόδου. Σύγχρονες παλαιοντολογικές μελέτες (πχ. Condamine et al., 2021) δείχνουν ότι αρκετές ομάδες δεινοσαύρων, όπως οι σαρκοφάγοι θηρόποδοι και οι φυτοφάγοι κερατόψιες, παρουσίαζαν σημάδια φθίνουσας ποικιλότητας (declining diversity) ήδη 10 εκατομμύρια χρόνια πριν την καταστροφική πτώση του αστεροειδούς στη περιοχή Γιουκατάν του Μεξικού που δημιούργησε τον κρατήρα Chicxulub, αν και υπάρχουν και αντίθετες απόψεις (πχ., Bonsor et al., 2020). Αυτή η φθίνουσα ποικιλότητα σημαντικών ομάδων δεινοσαύρων, που πιθανά να οφείλεται και σε εξελικτική στασιμότητα, τους καθιστούσε ήδη ευάλωτους σε επερχόμενες περιβαλλοντικές διαταραχές, αν και το καταστροφικό γεγονός του Chicxulub πιθανότατα θα τους αφάνιζε ακόμα και αν δεν αντιμετώπιζαν το παραπάνω πρόβλημα.
Έχουμε σοβαρές ενδείξεις ότι σήμερα διανύουμε την Έκτη Μαζική Εξαφάνιση χλωρίδας και πανίδας (πχ., Cowie, Bouchet, Fontaine 2022; Ceballos & Ehrlich, 2023), αλλά σε αντίθεση με τις προηγούμενες εξαφανίσεις, βασικός υπαίτιος δεν είναι κάποιο σπάνιο και ακραίο φυσικό φαινόμενο αλλά ο ίδιος ο Homo sapiens. Από τότε που εξήλθε με επιτυχία από την Αφρική, πριν περίπου 60 χιλιάδες χρόνια, η επίδρασή του στον πλανήτη είναι καταλυτική. Το εντατικό κυνήγι οδήγησε αρχικά στην εξαφάνιση της μεγα-πανίδας, όπως τα μαμούθ, οι μαστόδοντες, οι γιγάντιοι βίσωνες, κα (πχ., Ritchie 2022, Bergman et al. 2023). Συνολικά πάνω από 178 γένη θηλαστικών εξαφανίστηκαν στη περίοδο μεταξύ 52.000 και 9.000 χρόνια πριν, εξαφανίσεις που συμπίπτουν χρονικά με την άφιξη του Homo sapiens στα διαφορετικά μέρη του πλανήτη (εικόνα 2).

Εικόνα 2: Στο χάρτη φαίνεται ο χρόνος άφιξης του Homo sapiens και των γεγονότων εξαφάνισης της μεγαπανίδας, που συμπίπτoυν σε όλες τις περιοχές και σε κάθε ήπειρο. Πχ, ο Homo sapiens φτάνει στην Αυστραλία κάπου ανάμεσα σε 65.000 και 44.000 χρόνια πριν. Μεταξύ 50.000 και 40.000 χρόνων πριν, το 82% της μεγαπανίδας είχε ήδη εξαλειφθεί. Αντίστοιχα και σε όλες τις άλλες περιοχές που μεταναστεύει ο Homo sapiens (Πηγή: OurWorldinData.org – H.Ritchie).
Επίσης, η σταδιακή ανάπτυξη της γεωργίας πριν 10.000 χρόνια περίπου, η αποψίλωση των δασών, ο δραματικός περιορισμός των παρθένων βιότοπων, η ρύπανση, η υπεραλίευση κλπ, οδήγησαν σε εξαφάνιση ολόκληρων γενών, συμπέρασμα στο οποίο κατέληξε ερευνητική ομάδα του Κέντρου Οικολογικής Δυναμικής (ECONOVO) του Εθνικού Ιδρύματος Έρευνας της Δανίας (Svenning J-C, et al., 2024). Ταυτόχρονα, η εξημέρωση ζώων και η μονοκαλλιέργεια περιορισμένου αριθμού ειδών φυτών περιόρισαν δραστικά τη γενετική ποικιλότητα εντός των ίδιων των ειδών. Ο Δείκτης Ζωντανού Πλανήτη (Living Planet Index) της WWF, που μετρά τις μεταβολές στην αφθονία των άγριων πληθυσμών, δείχνει ότι από το 1970 έως σήμερα οι πληθυσμοί άγριας πανίδας (όσων εξ αυτών βρίσκονται υπό παρακολούθηση, και όχι όλων των πληθυσμών ή ειδών) έχουν μειωθεί κατά μέσο όρο 73% (WWF & Zoological Society of London, Living Planet Report 2024; Εικόνα 3). Η συγκεκριμένη αναφορά δεν αφορά σε εξαφάνιση ειδών αλλά σε μείωση των πληθυσμών υπαρχόντων ειδών. Για την ακρίβεια παρακολουθούνται 34.826 πληθυσμοί από 5.495 είδη σπονδυλωτών και η μεγαλύτερη απώλεια (~85%) είναι της πανίδας του γλυκού νερού. Η δε γεωγραφική κατανομή των απωλειών δείχνει τις περιοχές όπου η βιομηχανοποίηση και η συστηματική εξάλειψη βιότοπων για γεωργική και κτηνοτροφική εκμετάλλευση έχει παίξει καταλυτικό ρόλο, με την Νότια Αμερική να έχει την δραματικότερη μείωση, κατά ~95%, των παρακολουθούμενων πληθυσμών!

Εικόνα 3: Ο Παγκόσμιος Δείκτης Ζωντανού Πλανήτη (Living Planet Index) για την περίοδο 1970–2020, βασισμένος σε 34.836 παρακολουθούμενους πληθυσμούς από 5.495 είδη σπονδυλωτών. Η λευκή γραμμή αντιπροσωπεύει την τιμή του δείκτη, ενώ οι σκιασμένες περιοχές δείχνουν την στατιστική αβεβαιότητα γύρω από την τιμή (Πηγή: Living Planet Report 2024 της WWF).
Ο σημερινός ρυθμός εξαφάνισης ειδών υπολογίζεται από πρόσφατες μελέτες και την WWF ως τουλάχιστον 100 έως 1000 φορές υψηλότερος από τον ρυθμό «υποβάθρου», δηλαδή αυτόν χωρίς την ανθρωπογενή πίεση στο περιβάλλον.
Η αδιαμφισβήτητη μείωση της βιοποικιλότητας (πχ., Shaw et al. 2025; Cardinale et al., 2012; Δες και πρόσφατο άρθρο στη Καθημερινή) επιταχύνεται περαιτέρω στις μέρες μας λόγω της ανθρωπογενούς κλιματικής αλλαγής, η οποία έχει λάβει πλέον χαρακτήρα κλιματικής αποσάθρωσης. Η συνεχιζόμενη υποβάθμιση των οικοσυστημάτων που ρυθμίζουν το κλίμα, όπως των δασών, είτε λόγω αποψίλωσης για γεωργική και κτηνοτροφική χρήση είτε λόγω αυξανόμενων πυρκαγιών, μειώνει δραστικά την ικανότητά τους να συγκρατούν νερό και να σταθεροποιούν το κλίμα (πχ., Forzieri et al., 2022· Zhang et al., 2022). Παράλληλα, η μείωση των επικονιαστών, που είναι κρίσιμοι για γεωργική παραγωγή, επιδεινώνεται από την κλιματική αλλαγή (πχ., Millard et al., 2023· Frigero et al., 2025). Η αυξανόμενη έλλειψη πόσιμου και αρδευτικού νερού, σε συνδυασμό με την απώλεια γόνιμων εδαφών, εντείνει περαιτέρω την κρίση (πχ., Campbell et al., 2022). Με αυτά τα δεδομένα, το μέλλον της ανθρωπότητας δεν προδιαγράφεται ιδιαίτερα αισιόδοξο.
Ακόμη και εντός του δικού μας γένους Homo, η εξελικτική τροχιά δείχνει ότι είδη με μειωμένη γενετική ποικιλότητα, με πληθυσμιακά bottlenecks ή περιορισμένη προσαρμοστική ικανότητα, όπως οι Homo neanderthalensis και οι Denisovans, εξαφανίστηκαν πριν από αρκετές δεκάδες χιλιάδες χρόνια, παρά τη μακρόχρονη συνύπαρξη και την γενετική διασταύρωση με τους Homo sapiens, που είναι πλέον το μοναδικό επιζών είδος ενός άλλοτε εξελικτικά ποικιλόμορφου γένους (πχ., Κ. Killgrove 2025; V.R. Paixão-Côrtes et al. 2012).
Η γενετική ποικιλότητα και του Homo sapiens είναι εκ των πραγμάτων περιορισμένη λόγω του φαινομένου του Ιδρυτή (founder effect), καθώς το είδος μας προέρχεται από έναν σχετικά μικρό πληθυσμό που εξήλθε από την Αφρική πριν από περίπου 60.000 χρόνια και επεκτάθηκε σταδιακά σε όλο τον υπόλοιπο πλανήτη (πχ., Henn et al., 2012). Υπάρχουν, βεβαίως, ενδείξεις και για προηγούμενες, αποτυχημένες όμως, απόπειρες εξόδου του από την Αφρική, πολλές δεκάδες χιλιάδες χρόνια πριν από την τελικώς επιτυχημένη μετανάστευση (πχ., Groucutt et al. 2021). Επιπλέον, ως το μόνο επιζών είδος του γένους Homo, ο Homo sapiens στερείται πλέον την εξελικτική δυναμική που εν δυνάμει παρέχουν οι γενετικές ανταλλαγές με συγγενικά είδη, όπως οι Homo neanderthalensis και Denisovans (πχ., Iasi et al. 2024, Sümer et al. 2025).
Σε συνθήκες μειωμένων εξελικτικών ερεθισμάτων, χωρίς διασταυρώσεις με άλλους συγγενείς πληθυσμούς, με την «αποστείρωση» του ανθρωπογενούς περιβάλλοντος (ιατρική, φάρμακα, τεχνολογία, κλπ) και με τη συνεχιζόμενη μείωση της παγκόσμιας βιοποικιλότητας, λόγω της καταλυτικής επίδρασης του ανθρώπου στο περιβάλλον όπως προαναφέραμε, το ανθρώπινο γονιδίωμα είναι φυσικό να χάνει σταδιακά τη προσαρμοστική του δυναμική. Χαρακτηριστικά έχει βρεθεί ότι ακόμα και μια ομάδα χιμπατζίδων ή γορίλων μπορεί να εμφανίζει μεγαλύτερη γενετική ποικιλότητα από ολόκληρη την ανθρωπότητα μαζί (πχ., Kaessmann, et al. 2001; Prado-Martinez, et al. 2013). Πιθανότατα αυτό να οφείλεται τόσο στο αρχικό founder effect όσο και στο ότι η εξέλιξη μέσω φυσικής επιλογής δεν συμβαίνει σε απομόνωση, ή σε «αποστειρωμένα» περιβάλλοντα αλλά προκύπτει από πολύπλοκες αλληλεπιδράσεις με άλλους οργανισμούς και από τις περιβαλλοντικές συνθήκες. Όταν ο άνθρωπος εξαλείφει ή απομακρύνεται από αυτές τις οικολογικές σχέσεις, μειώνει παράλληλα και την ανάγκη βιολογικής προσαρμογής και αμβλύνεται (μερικώς τουλάχιστον) – η διαδικασία φυσικής επιλογής.

Εικόνα 4: Ενδείξεις της καταλυτικής επίδρασης του ανθρώπου στο πλανήτη μέσω της αύξησης του πληθυσμού (10πλάσιος σε σχέση με 1750), της αύξησης στην ατμόσφαιρα του διοξειδίου του άνθρακα (45% αύξηση σε σχέση με 1750), της υπεραλίευσης (αύξηση πάνω από 6 φορές σε σχέση με 1950), της αύξησης της χρήσης φυτοφαρμάκων (αύξηση πάνω από 16 φορές σε σχέση με το 1950), της αύξησης καταστροφής των τοπικών δασών και της δραματικής αύξησης χρήσης καθαρού νερού (4πλασιασμός σε σχέση με 1900). Τα στοιχεία είναι από την WWF.
Ωστόσο, η εικόνα αυτή δεν σημαίνει ότι ο Homo sapiens έχει παύσει πλήρως να εξελίσσεται. Πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι συνεχίζει να εξελίσσεται γενετικά και μέσω φυσικής επιλογής να προσαρμόζεται σε νέες περιβαλλοντικές συνθήκες (Pattison, Scientific American 2025). Η προσαρμοστικότητα των Θιβετιανών σε ακραία υψόμετρα (πχ., Yi et al., 2010), η σταδιακή ανάπτυξη αντοχής στη λακτόζη σε ενήλικες πληθυσμούς κτηνοτροφικών κοινωνιών (πχ., Bersaglieri et al., 2004), όσο και πολύ πρόσφατες ενδείξεις αυξανόμενης έλλειψης των τρίτων γομφίων (φρονιμιτών) που παρατηρείται σε 20-25% περίπου του παγκόσμιου πληθυσμού (πχ., Carter & Worthington, 2015), αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα ότι η φυσική επιλογή εξακολουθεί να επιδρά στο ανθρώπινο γονιδίωμα. Ωστόσο, αυτές οι εξελικτικές αλλαγές είναι μάλλον τοπικές και περιορισμένες, και δεν αναιρούν το γεγονός ότι οι παραδοσιακές βιολογικές πιέσεις στο είδος μας έχουν μειωθεί. Η επιβίωση και η αναπαραγωγή μας ως είδος καθορίζονται πολύ πιο αποτελεσματικά από κοινωνικούς και πολιτισμικούς παράγοντες που δρουν σε μικρότερους χρόνους από ότι η φυσική επιλογή (πχ., Laland, et al. 2010).
Το πρόβλημα της επιβίωσης του ανθρώπινου είδους είναι επομένως διττό: αφενός, η ανθρώπινη δραστηριότητα με την χρήση ορυκτών καυσίμων, την ρύπανση, την εξάντληση πρώτων υλών, την μείωση της βιοποικιλότητας (δες ορισμένα χαρακτηριστικά στοιχεία στην εικόνα 4), έχει καταλυτικό αντίκτυπο στον πλανήτη που βιώνει οικολογικές ανατροπές με ταχύτητες χωρίς ιστορικό προηγούμενο, και για αυτό έχει καθιερωθεί πλέον να ονομάζεται η σημερινή εποχή Ανθρωπόκαινος, και αφετέρου, ο Homo sapiens – ενώ εξελίσσεται τεχνολογικά με αυξανόμενο ρυθμό –ο ρυθμός γενετικής εξέλιξης του δεν είναι ικανός ώστε να ανταποκριθεί στις νέες περιβαλλοντικές προκλήσεις και να προσαρμοστεί στον ταχύ οικολογικό και περιβαλλοντικό μετασχηματισμό του πλανήτη λόγω της κλιματικής αλλαγής (πχ., De Meester et al. 2018) αλλά και των λοιπών καταλυτικών επιδράσεων του πολιτισμού μας στο φυσικό περιβάλλον.
Ωστόσο, η χρονική υστέρηση της βιολογικής εξέλιξης σε σχέση με εξωγενείς κλιματικές και περιβαλλοντικές μεταβολές δεν στάθηκε εμπόδιο στην επιβίωση του γένους Homo κατά το παρελθόν. Για εκατοντάδες χιλιάδες χρόνια, μέσα σε συνθήκες δραματικών κλιματικών εναλλαγών, το γένος κατάφερε να επιβιώνει χάρη σε έναν άλλο μηχανισμό: την ανάπτυξη πολιτισμού. Η χρήση της φωτιάς, η ανάπτυξη εργαλείων, η κατασκευή ενδυμάτων, η γεωργία, και αργότερα η αστικοποίηση, η επιστήμη και η τεχνολογία αποτελούν χαρακτηριστικά παραδείγματα πολιτισμικών καινοτομιών που προσέφεραν αποφασιστικά πλεονεκτήματα επιβίωσης στο γένος Homo. Σύγχρονες μελέτες δείχνουν ότι η επιτυχία αυτή οφείλεται στη δυναμική της πολιτισμικής εξέλιξης, η οποία παρέχει πολύ ταχύτερους μηχανισμούς προσαρμογής σε νέες συνθήκες από ό,τι οι γενετικές μεταβολές μέσω φυσικής επιλογής (πχ. Fogarty & Kandler, 2020; Waring & Wood, 2021).
Φτάνουμε όμως σε ένα κρίσιμο σημείο: οι ιστορικές κλιματικές εναλλαγές μεταξύ παγετωδών και μεσοπαγετωδών περιόδων (εικόνα 5) – στις οποίες το γένος Homo μπόρεσε να προσαρμοστεί, έστω με απώλειες κάποιων ειδών όπως η εξαφάνιση του Homo neanderthalensis (αν και αυτό οφείλεται και στην αλληλεπίδραση του με τον Homo sapiens) – εκτυλίσσονταν σε χρονικές κλίμακες πολλών χιλιάδων ετών.

Εικόνα 5: Η εξέλιξη παλαιοκλιματικών θερμοκρασιακών ανωμαλιών (δηλαδή της διαφοράς της παλαιοκλιματικής θερμοκρασίας με την σημερινή μέση θερμοκρασίας αναφοράς) κατά τα τελευταία ~800.000 χρόνια από τα δεδομένα EPICA Dome C στην Ανταρκτική. Οι εκτεταμένες παγετώδεις εποχές, που διαρκούν 50.000-70.000 χρόνια περίπου) παρεμβάλλονται από σύντομες μεσοπαγετώδεις εποχές (που διαρκούν 10.000-20.000 χρόνια περίπου). Ο υπολογισμός των θερμοκρασιών βασίζεται στην ανάλυση του πάγου από πυρήνες που εξάγονται στην Ανταρκτική, και συγκεκριμένα βασίζεται κυρίως στον υπολογισμό του λόγου των σταθερών ισοτόπων του οξυγόνου 18Ο/16Ο σε σχέση με τον αντίστοιχο λόγο αναφοράς καθώς η αναλογία αυτή σχετίζεται με την θερμοκρασία: σε ψυχρότερες συνθήκες ο λόγος είναι μικρότερος και το αντίθετο σε θερμότερες συνθήκες (Πηγή: https://co2coalition.org/).
Σήμερα, αντίθετα, βιώνουμε μια ταχύτατα εξελισσόμενη ανθρωπογενή κλιματική αποσάθρωση, με ριζικές μεταβολές που εκτυλίσσονται σε λίγες δεκαετίες και όχι σε χιλιετίες. Το ζήτημα γίνεται ακόμη πιο πιεστικό αν αναλογιστούμε ότι η πολιτισμική προσαρμογή, αν και πολύ ταχύτερη από τη βιολογική εξέλιξη, έχει δικούς της περιορισμούς αλλά και την δική της δυναμική – που καθορίζεται από ατομικούς, συλλογικούς, ταξικούς, εθνικούς και υπερεθνικούς ανταγωνισμούς αλλά και από περίπλοκες κοινωνικο-ψυχολογικές συνθήκες – που καθιστούν τους χρόνους προσαρμογής εξαιρετικά αβέβαιους.
Αυτό θέτει με οξύτητα το ερώτημα: μπορεί ακόμη και η – ιστορικά επιτυχημένη – «συνταγή» της προσαρμογής μέσω πολιτισμικής εξέλιξης να διασώσει την ανθρωπότητα, όταν οι χρόνοι απόκρισης των αναγκαίων πολιτισμικών και κοινωνικών αλλαγών αποδεικνύονται βραδύτεροι από τους ρυθμούς εξέλιξης της κλιματικής κρίσης και της περιβαλλοντικής υποβάθμισης;
Η απάντηση στο ερώτημα απαιτεί διεπιστημονική μελέτη και τη σύζευξη κλιματικών μοντέλων με μοντέλα κοινωνικής δυναμικής και προσαρμοστικότητας — μια προσέγγιση που μέχρι στιγμής θεωρώ ότι απουσιάζει από την παγκόσμια ερευνητική πρακτική. Ωστόσο, οι εξελίξεις είναι τόσο ραγδαίες που δεν επιτρέπουν την πολυτέλεια μιας μελλοντικής, σταδιακής αναζήτησης απαντήσεων.
Αν συνεχίσουμε με τα ίδια παραγωγικά και καταναλωτικά πρότυπα, εγκλωβισμένοι σε εθνικιστικούς, φυλετικούς, θρησκευτικούς και ταξικούς ανταγωνισμούς και θέτοντας το ατομικό κέρδος και την ατομική ευδαιμονία (σε βάρος της συλλογικής) ως υπέρτατες αξίες, τότε θα παραμείνουμε βιολογικά και πολιτισμικά ευάλωτοι, με ένα γονιδίωμα που σταδιακά χάνει την προσαρμοστική του ευελιξία, με ένα ολοένα πιο απρόβλεπτο κλίμα και οικοσυστήματα που καταρρέουν, με αμφισβήτηση της επιστήμης ως έγκυρης κοινωνικής αναφοράς και άρνηση της γνώσης από μεγάλες μερίδες του πληθυσμού (που τόσο γλαφυρά παρουσιάστηκε στην ταινία Don’t look up), και με ένα πολιτισμό που θα καταρρέει εκ των έσω, όπως διαπιστώνουν οι ιστορικοί ότι συνέβη για τους περισσότερους πολιτισμούς που πέρασαν από τον πλανήτη (πχ., Janssen & Scheffer, 2004)
Η ειρωνεία της ιστορίας είναι ότι, σε αντίθεση με όλα τα άλλα είδη του γένους Homo που χάθηκαν, εμείς θα είμαστε οι πρώτοι που θα παρακολουθήσουμε τη δική μας εξαφάνιση με πλήρη επίγνωση του γεγονότος.
Υπάρχει διέξοδος;
Μια πιθανή – ίσως αναγκαία – διέξοδος θα μπορούσε να είναι η διαστημική αποίκιση, όσο φουτουριστική κι αν ακούγεται (δες το πρόσφατο εξαιρετικό βιβλίο του Henry Gee: “The Decline and Fall of the Human Empire”). Ο σημερινός τεχνολογικός ανταγωνισμός μεταξύ των μεγάλων διαστημικών δυνάμεων, κυρίως των ΗΠΑ και της Λ.Δ. Κίνας, που στοχεύει κυρίως στην οικονομική εκμετάλλευση διαστημικών πόρων – κατά παράβαση και των επιταγών του διεθνούς διαστημικού δικαίου – θα μπορούσε τουλάχιστον να αξιοποιηθεί ως εφαλτήριο για την επέκταση της ανθρωπότητας στο ηλιακό μας σύστημα. Η αποίκιση της Σελήνης, του Άρη ή των δορυφόρων του Δία και του Κρόνου θα μπορούσε να αποτελέσει καταφύγιο διαφυγής από ένα οικοσύστημα που καταρρέει αλλά πιθανώς και τον καταλύτη για μια νέα φάση στην ανθρώπινη εξέλιξη.
Οι προκλήσεις της διαπλανητικής αποίκισης ωστόσο είναι τεράστιες: κοσμική ακτινοβολία, χαμηλή ή μηδενική βαρύτητα, έλλειψη οξυγόνου, ακραίες θερμοκρασίες, απουσία βιώσιμων οικοσυστημάτων αλλά και πολιτισμική απομόνωση, είναι παράγοντες που απαιτούν ρηξικέλευθα αντίμετρα. Η μακρόχρονη επιβίωση του ανθρώπου με την σημερινή του μορφή σε τέτοια ακραία περιβάλλοντα είναι αμφίβολη. Επιπλέον, η απόπειρα αποίκισης ενέχει και έναν ακόμα σοβαρό κίνδυνο: τον γενετικό εκφυλισμό. Η ιστορία της βιολογικής εξέλιξης δείχνει ότι η μακροχρόνια επιβίωση και η προσαρμοστική ικανότητα ενός είδους εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από τη γενετική ποικιλότητα. Εάν οι πληθυσμοί που θα επιχειρήσουν να εγκατασταθούν σε νέους κόσμους είναι υπερβολικά μικροί, τότε κινδυνεύουν από το φαινόμενο του ιδρυτή (founder effect) που προαναφέραμε, δηλαδή την απώλεια σπάνιων και ευεργετικών γενετικών παραλλαγών του αρχικού πληθυσμού αλλά και την εξάπλωση επιβλαβών μεταλλάξεων που φέρουν ορισμένοι από τους αποίκους στις επόμενες γενιές. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μείωση της προσαρμοστικότητας και σε μακροπρόθεσμη γενετική παρακμή. Σύμφωνα με πληθυσμιακές μελέτες, το ελάχιστο βιώσιμο μέγεθος για τη μακροχρόνια γενετική υγεία και προσαρμοστικότητα μιας αποικίας ανέρχεται σε αρκετές χιλιάδες άτομα (~40.000), ανάλογα με τις συνθήκες (Smith, C.M. 2014). Συνεπώς, οι μελλοντικές διαστημικές αποστολές αποίκησης θα πρέπει να ισορροπήσουν ανάμεσα στην τεχνική εφικτότητα μεταφοράς ενός μικρού πληθυσμού που θα πρέπει όμως να είναι επαρκώς μεγάλος για να αποφευχθεί γενετική στενότητα. Η αποτυχία να διασφαλιστεί αυτή η κρίσιμη ισορροπία θα μπορούσε να οδηγήσει σε μακροπρόθεσμη γενετική παρακμή, αυξάνοντας την ευαλωτότητα σε ασθένειες και περιορίζοντας τη δυνατότητα προσαρμογής στο νέο περιβάλλον. Από την άλλη όμως, έχουν υπάρξει άλλες μελέτες για τον προσδιορισμό του ελάχιστου αριθμού εποίκων και του τρόπου ζωής για επιβίωση σε άλλο πλανήτη, που βασίζεται στη σύγκριση μεταξύ των χρονικών απαιτήσεων για την εφαρμογή όλων των απαραίτητων ανθρώπινων δραστηριοτήτων για μακροπρόθεσμη επιβίωση και του διαθέσιμου χρόνου των εποίκων (Salotti, 2020). Υπό αρκετές προϋποθέσεις, για την λειτουργική επιβίωση στον Άρη, ο ελάχιστος αριθμός εποίκων υπολογίστηκε σε 100-200 άτομα (Salotti, 2020). Όμως η συγκεκριμένη μελέτη δεν παίρνει υπόψη της το καταλυτικό πρόβλημα του γενετικού εκφυλισμού μιας τόσο μικρής αποικίας ούτε το πρόβλημα της πολιτισμικής απομόνωσης και των δραματικών ψυχολογικών επιπτώσεων που μπορεί να έχει σε μια μικρή αποικία.
Βεβαίως, η ανάπτυξη τεχνολογίας γονιδιακής επεξεργασίας με χρήση βιβλιοθηκών DNA θα μπορούσε να διασφαλίσει τη γενετική ποικιλότητα των μελλοντικών γενεών εποίκων, ακόμη και σε αρχικά μικρές διαστημικές αποικίες, ενώ η αξιοποίηση της συνθετικής βιολογίας και βιοτεχνολογίας θα μπορούσε να οδηγήσει στο μετασχηματισμό του Homo sapiens σε ένα υβριδικό βιοτεχνολογικό όν ικανό να προσαρμόζεται σε ακραία περιβάλλοντα (Criscuolo F., et al., 2020) αλλά και να οδηγήσουν σε ανανέωση του ανθρώπινου είδους. Θεωρώ πάντως, ότι η πολιτισμική απομόνωση και οι επιπτώσεις της στην ψυχολογία μικρού αριθμού εποίκων μπορεί να είναι το πιο σοβαρό και άμεσο πρόβλημα που θα αντιμετωπίσει μια μικρή διαστημική κοινότητα, ακόμα και αν έχουν ξεπεραστεί οι βιολογικοί περιορισμοί του Homo sapiens και φυσικά πριν καν τεθεί η ανάγκη παρεμβάσεων για να ξεπεραστεί το πρόβλημα του γενετικού εκφυλισμού των μελλοντικών γενεών εποίκων. Επομένως, για την επιτυχία του όποιου εγχειρήματος της διαστημικής αποίκησης θεωρώ αναγκαία τη μεταφορά ικανού αριθμού εποίκων (στις αρκετές χιλιάδες).
Ο δε μετασχηματισμός του Homo sapiens σε ένα υβριδικό βιοτεχνολογικό όν, με επέκταση της νόησης με τη χρήση τεχνητής νοημοσύνης, με βελτίωση σωματικών λειτουργιών μέσω νανοτεχνολογίας, με μερική απεξάρτηση από τη γήινη διατροφική αλυσίδα, μέσω αξιοποίησης – μεταξύ άλλων – τεχνητής φωτοσύνθεσης, και με τις όποιες διορθωτικές παρέμβασεις στο ανθρώπινο γονιδίωμα θα μπορούσαν πιθανώς να σηματοδοτήσουν και τη μετάβαση σε μια νέα εξελικτική φάση του Homo sapiens. Αυτή η δυνατότητα προσομοιάζει και θεμάτων που έχουν συζητηθεί και στο πλαίσιο και μιας ευρύτατης φιλοσοφικής αναζήτησης σχετικά με τον «Μετανθρωπισμό» (Transhumanism), που υποστηρίζει τη χρήση της τεχνολογίας για τη ριζική βελτίωση της ανθρώπινης συνθήκης και την υπέρβαση των φυσικών ανθρώπινων περιορισμών. Οι υποστηρικτές της πιστεύουν ότι εφαρμόζοντας προηγμένες τεχνολογίες όπως η γενετική μηχανική, η νανοτεχνολογία και η τεχνητή νοημοσύνη, η ανθρωπότητα μπορεί να βελτιώσει τις σωματικές και γνωσιακές της ικανότητες, οδηγώντας σε ένα πιο προηγμένο και κατ’ επέκταση πιο προσαρμόσιμο είδος σε νέες συνθήκες (πχ., Bostrom, 2005).
Βέβαια η Τεχνητή Νοημοσύνη (ΤΝ) αποτελεί αμφίσημο εργαλείο για το εγχείρημα της διαστημικής επέκτασης του Homo sapiens και για την μετάβαση στην επόμενη φάση της ανθρώπινης εξέλιξης. Από τη μία, μπορεί να ενισχύσει καθοριστικά την ανάπτυξη καινοτόμων τεχνολογικών λύσεων σε όλο το φάσμα προετοιμασίας και υλοποίησης της διαστημικής αποίκησης και εν γένει των διαστημικών δραστηριοτήτων (πχ., Ben-Itzhak 2024). Επίσης να υποστηρίξει τον έλεγχο κλειστών οικοσυστημάτων και τη διαχείριση πόρων σε ακραία περιβάλλοντα, να ενισχύσει την πρόληψη τεχνικών αστοχιών και την ανάπτυξη βιοτεχνολογικών εφαρμογών που θα ενισχύσουν τη σωματική αντοχή και τις γνωσιακές ικανότητες του ανθρώπου και έτσι να λειτουργήσει ως επιταχυντής και της εξελικτικής μας πορείας. Αλλά από την άλλη ενέχει και τον κίνδυνο να μετατραπεί σε εργαλείο ελέγχου και επιβολής (πχ., Richards et al. 2023)· η στρατιωτικοποίησή της, η χρήση της για μαζική παρακολούθηση και κοινωνικό έλεγχο ή ακόμη και η πιθανότητα ανεξέλεγκτης αυτονομίας της, αποτελούν υπαρξιακές απειλές συγκρίσιμες με την κλιματική κρίση ή τα πυρηνικά όπλα. Επιπλέον υπάρχουν και άλλοι πιθανοί κίνδυνοι που αφορούν στην αλληλεπίδραση των συστημάτων ΤΝ με το ακραίο αλλά και απρόβλεπτο περιβάλλον στο διάστημα και τους κινδύνους που ενέχει αυτό για τους χρήστες της ΤΝ, όπως για παράδειγμα μια πιθανή αποτυχία της ΤΝ σε κρίσιμες αποφάσεις αυτόνομης πλοήγησης λόγω παρεμβολών κοσμικών ακτίνων ή μικρομετεωριτών (πχ., Upadhyay & Mahajan 2024). Επιπλέον, η χρήση της ΤΝ για τις διαστημικές δραστηριότητες δεν καλύπτεται από ένα διεθνώς αποδεκτό νομικό κανονιστικό πλαίσιο, καθώς απουσιάζουν διεθνώς αποδεκτά πρωτόκολλα που θα διασφάλιζαν ασφαλή και υπεύθυνη αξιοποίησή της (πχ., Soroka, et al., 2022). Χωρίς αυστηρά νομικά όρια αλλά και θεσμικές δικλείδες ασφαλείας, η ΤΝ μπορεί να συντείνει στην αυτοκαταστροφή μας αντί να ενισχύσει τη μετάβαση μας στην επόμενη εξελικτική φάση.
Είναι φανερό λοιπόν ότι η διαστημική αποίκιση είναι ένα πολυεπίπεδο τεχνολογικό, βιολογικό, κοινωνικό και ηθικό εγχείρημα με τεράστιες δυσκολίες αλλά πιθανότατα αποτελεί μονόδρομο για την επιβίωση του Ηomo sapiens.
Ωστόσο, θεμελιώδης προϋπόθεση για να αξιοποιήσουμε ή τουλάχιστον να διερευνήσουμε αυτές τις δυνατότητες, είναι η διατήρηση του ανθρώπινου πολιτισμού με τις τεχνολογικές και γνωσιακές του δυνατότητες, τουλάχιστον για τον απαραίτητο χρόνο που απαιτείται για την ανάπτυξη των σχετικών τεχνολογιών. Δυστυχώς, το ίδιο το κοινωνικοοικονομικό μας σύστημα αποτελεί τροχοπέδη στην επιβιωσιμότητα του ανθρώπου και εν τέλει και του πολιτισμού του. Το παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα, στηριγμένο στην υπερκατανάλωση, στις κοινωνικές ανισότητες, την ανεξέλεγκτη κερδοφορία μιας μικρής ελίτ, τις συγκρούσεις μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων – που θα μπορούσαν να γίνουν και πυρηνικές – και την κατασπατάληση των πόρων του πλανήτη, σπρώχνει τον πλανήτη πέρα από τα «πλανητικά όρια» και γεννά συνθήκες αυτοκαταστροφής και οικολογική κατάρρευση. Δεν είναι τυχαίο που ο μεγαλύτερος φυσικός του 20ου αιώνα, ο Albert Einstein, δημοσίευσε το 1948 στο περιοδικό Monthly Review το άρθρο “Why Socialism?” όπου αναφερόμενος στα αποτελέσματα του Καπιταλισμού, έγραφε: «Είμαι πεπεισμένος ότι υπάρχει μόνο ένας τρόπος να εξαλειφθούν αυτά τα σοβαρά δεινά· δηλαδή μέσω της εγκαθίδρυσης μιας σοσιαλιστικής οικονομίας, συνοδευόμενης από ένα εκπαιδευτικό σύστημα προσανατολισμένο σε κοινωνικούς στόχους.»
Σήμερα δυστυχώς βιώνουμε μια απίστευτη επιστροφή σε συνθήκες Μεσοπολέμου (η περίοδος μεταξύ των δύο παγκόσμιων πολέμων του 20ου αιώνα), με τις παγκόσμιες πολιτικές και οικονομικές ελίτ να καθοδηγούν τις εξελίξεις σε ατραπούς παγκόσμιας σύγκρουσης – χωρίς συναίσθηση ότι διακυβεύεται η ίδια η ύπαρξη της ανθρωπότητας. Η προστασία του πολιτισμού μας από τις θνησιγενείς επιλογές της παγκόσμιας πολιτικής και οικονομικής ελίτ, που συμβαδίζει χέρι-χέρι με την προστασία της βιοποικιλότητας και την ανάσχεση της κλιματικής αλλαγής, είναι ζήτημα βιολογικής επιβίωσης του ανθρώπινου είδους και του πολιτισμού του, τουλάχιστον μέχρι το επόμενο εξελικτικό άλμα.
Κι εδώ τίθεται το πιο κρίσιμο ερώτημα: Θα προλάβουμε να αναστρέψουμε τις συνέπειες των ίδιων μας των καταστροφικών «αναπτυξιακών» επιλογών πριν να είναι πολύ αργά; Μήπως αυτές οι επιλογές συνδέονται με πιθανή εξήγηση του Παράδοξου του Fermi, που αφορά στο ερώτημα «Που είναι οι άλλοι;», δηλαδή αφού το Σύμπαν είναι γεμάτο από γαλαξίες με δισεκατομμύρια αστρικών συστημάτων, κάποια από τα οποία θα έχουν παρόμοιες συνθήκες ανάπτυξης ζωής με τη Γη, γιατί δεν έχουμε συναντήσει κανέναν άλλο πολιτισμό; Μια πιθανή απάντηση προέρχεται από την υπόθεση του Μεγάλου Φίλτρου (Hanson, 1998), σύμφωνα με την οποία στην αναμενόμενη φυσική αλληλουχία γεγονότων που οδηγούν σε επέκταση ενός πολιτισμού στο διάστημα, δηλαδή από την ανόργανη ύλη, στην οργανική, στην ανάπτυξη απλών και μετά σύνθετων μορφών ζωής, στην ανάπτυξη ευφυούς ζωής, στην ανάπτυξη πολιτισμού, επιστήμης και τεχνολογίας, και τέλος στην επέκταση στο διάστημα υπάρχει ένα Μεγάλο Φίλτρο, το οποίο διακόπτει την αλληλουχία αυτή (εικόνα 6).

Εικόνα 6: Γραφική παράσταση της χρονικής εξέλιξης πολιτισμών (πράσινες γραμμές), ξεκινώντας από την γέννηση ζωής στο αριστερό άκρο, περνώντας από τα διάφορες φάσεις εξέλιξης και ανάπτυξης πολιτισμού (κάθετες κίτρινες γραμμές) και φτάνοντας στο καταλυτικό Μεγάλο Φίλτρο (κόκκινη κάθετη γραμμή), πέρα από το οποίο δεν περνά κανένας τεχνολογικός πολιτισμός λόγω αυτοκαταστροφής, εκτός εάν προλάβει να ανατρέψει τις συνθήκες που οδηγούν στην πορεία αυτοκαταστροφής και να μεταβεί στη νέα εξελικτική φάση της διαστημικής αποίκισης (η εικόνα από https://noesisproject.com/the-great-filter-graphic/).
Είναι κατά την άποψη μου πολύ πιθανό το Μεγάλο αυτό Φίλτρο να μπαίνει στο προτελευταίο βήμα της αλληλουχίας, όπου οι τεχνολογικά αναπτυγμένοι πολιτισμοί αυτοκαταστρέφονται πριν προλάβουν να επεκταθούν στο διάστημα. Έχουν φυσικά προταθεί πολλές δεκάδες πιθανών και απίθανων εναλλακτικών λύσεων του παραδόξου του Fermi (πχ., Webb 2015), μια εκ των οποίων – η πιο πιθανή κατά την άποψη μου – είναι αυτή που προανέφερα, η οικολογική ή τεχνολογική αυτοκαταστροφή.
Αν αυτή η υπόθεση ισχύει, τότε η ανθρωπότητα μπορεί να βρίσκεται ακριβώς μπροστά σε αυτή την κρίσιμη καμπή. Αν συνεχίσουμε όπως σήμερα το τέλος φαίνεται προδιαγεγραμμένο και η ανθρωπότητα θα προσθέσει τον εαυτό της στον πιθανά μακρύ κατάλογο των πολιτισμών που γεννήθηκαν, εξελίχθηκαν και αφανίστηκαν πριν προλάβουν να διασυνδεθούν με άλλους πολιτισμούς. Αν όμως καταφέρουμε να αλλάξουμε ριζικά, χτίζοντας κοινωνίες αλληλεγγύης και συνεργασίας και μια οικονομία που θα δίνει προτεραιότητα στη βιώσιμη ευημερία, τότε μια τέτοια ριζική – αλλά αναγκαία – μεταστροφή μπορεί από την μία να απομειώσει τον κίνδυνο κατάρρευσης του παρόντος Γήινου οικοσυστήματος και από την άλλη να δώσει τον απαραίτητο χρόνο για την ανθρωπότητα να προλάβει τη μετάβαση σε μια νέα εξελικτική πλατφόρμα, αυτή του Homo stellaris – του «ανθρώπου των άστρων» -, πριν την εξάντληση των πόρων της Γης και την διαφαινόμενη μελλοντική κλιματική και περιβαλλοντική κατάρρευση.
Επίλογος
Αν η ανθρωπότητα συνεχίσει την αλόγιστη κατανάλωση των πόρων του πλανήτη, την καταστροφή του περιβάλλοντος, την εξόρυξη και χρήση ορυκτών καυσίμων και τον αδυσώπητο οικονομικό και στρατιωτικό ανταγωνισμό, παραμένοντας δέσμια ενός αυτοκαταστροφικού κοινωνικοοικονομικού συστήματος, τότε ρισκάρουμε την ίδια μας την επιβίωση – και μαζί της του πιθανά μοναδικού (ή έναν από τους λίγους) φορέα συνείδησης της ύπαρξης του ίδιου του Σύμπαντος. Ας παραδειγματιστούμε από το γενετικό άλμα των προγόνων μας, που εξελίχθηκαν από δενδρόβια πρωτεύοντα σε δίποδα όντα (μια εκπληκτική μετάβαση που τους έδωσε τη δυνατότητα να επεκταθούν σε όλο τον πλανήτη και εν τέλει να αναπτύξουν πολιτισμό), ώστε να δημιουργήσουμε τις προϋποθέσεις για το επόμενο εξελικτικό βήμα: έναν μελλοντικό άνθρωπο, τον Homo stellaris, βιοτεχνολογικά προσαρμοσμένο στις ακραίες συνθήκες του διαστήματος, ικανό να συνεχίσει το ταξίδι στο Σύμπαν και – ποιος ξέρει – να είναι ο πρώτος που θα υπερβεί το «Μεγάλο Φίλτρο».
Περίληψη του άρθρου δημοσιεύθηκε στο ΒΗΜΑ science της 28ης Σεπτεμβρίου, υπό τον τίτλο: “Ο μονόδρομος του Homo stellaris”
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
- Bergman J., et al., 2023. “Worldwide Late Pleistocene and Early Holocene population declines in extant megafauna are associated with Homo sapiens expansion rather than climate change”, Nature Comm. 14, 7679, https://www.nature.com/articles/s41467-023-43426-5
- Bersaglieri, T., et al. 2004. “Genetic signatures of strong recent positive selection at the lactase gene”, American Journal of Human Genetics, 74(6), 1111–1120, doi: 10.1086/421051
- Bostrom, N. 2005. “A history of transhumanist thought”. Journal of Evolution and Technology, Vol. 14 Issue 1, https://nickbostrom.com/papers/a-history-of-transhumanist-thought/
- Campbell J.L. et al. 2022. “Forest and Freshwater Ecosystem Responses to Climate Change”. BioScience. Vol. 72, Issue 9, pp 851–870, https://doi.org/10.1093/biosci/biab124
- Cardinale, B. J., et al. 2012. “Biodiversity loss and its impact on humanity”. Nature, 486(7401), 59–67, https://www.nature.com/articles/nature11148
- Carter K., Worthington S. 2015. “Morphologic and demographic predictors of third molar agenesis: a systematic review and meta-analysis”., J Dent Res 94:886–894 https://journals.sagepub.com/doi/10.1177/0022034515581644
- Ceballos, G., Ehrlich, P.R., 2023, “Mutilation of the tree of life via mass extinction of animal genera”, PNAS, 120 (39) e2306987120 https://doi.org/10.1073/pnas.2306987120
- Cowie, R.H., Bouchet, P., Fontaine, B., 2022, “The Sixth Mass Extinction: fact, fiction or speculation?” Biol. Reviews, Camb. Phil. Society, https://doi.org/10.1111/brv.12816
- Criscuolo F., Sueur C, and Bergouignan A 2020. “Human Adaptation to Deep Space Environment: An Evolutionary Perspective of the Foreseen Interplanetary Exploration”. Front. Public Health 8, 119. https://doi.org/10.3389/fpubh.2020.00119
- De Meester L, Stoks R, Brans KI, 2018. “Genetic adaptation as a biological buffer against climate change: Potential and limitations”. Integrative Zoology 13, 372–91, https://onlinelibrary.wiley.com/doi/10.1111/1749-4877.12298
- Erwin, D.H., 2001. “Lessons from the past: Biotic recoveries from mass extinctions”, PNAS, 98 (10) 5399-5403, https://doi.org/10.1073/pnas.091092698
- Fogarty, L., Kandler, A., 2020. “The fundamentals of cultural adaptation: implications for human adaptation”, Sci Rep 10, 14318, https://doi.org/10.1038/s41598-020-70475-3
- Forzieri, G. et al. 2022. “Emerging signals of declining forest resilience under global change”. Nature, 608, pages 534–539 https://doi.org/10.1038/s41586-022-04959-9
- Frigero, M.L.P. et al. 2025. “Extreme events induced by climate change alter nectar secretion and disrupt plant-pollinator interactions”. Sci Rep 15, 10852 https://doi.org/10.1038/s41598-025-94565-2
- Groucutt, H.S., White, T.S., Scerri, E.M.L. et al., 2021. “Multiple hominin dispersals into Southwest Asia over the past 400,000 years”. Nature 597, 376–380, https://doi.org/10.1038/s41586-021-03863-y
- Hanson, R. 1998. “The Great Filter – Are We Almost Past It?” https://mason.gmu.edu/~rhanson/greatfilter.html
- Iasi, L.N.M., et al., 2024. “Neanderthal ancestry through time: Insights from genomes of ancient and present-day humans”, Science, Vol 386, Issue 6727, https://doi.org/10.1126/science.adq3010
- Janssen, M.A., Scheffer, M., 2004. “Overexploitation of renewable resources by ancient societies and the role of sunk-cost effects”. Ecology and Society 9(1): 6 http://www.ecologyandsociety.org/vol9/iss1/art6/
- Kaessmann, H., Wiebe, V., Weiss, G. et al., 2001. “Great ape DNA sequences reveal a reduced diversity and an expansion in humans”. Nat. Genet. 27, 155–156. https://doi.org/10.1038/84773
- Killgrove, Κ., 2025. “Neanderthal ‘population bottleneck’ around 110,000 years ago may have contributed to their extinction”, Live Science, https://www.livescience.com/archaeology/neanderthal-population-bottleneck-around-110-000-years-ago-may-have-contributed-to-their-extinction
- Laland, K., Odling-Smee, J. & Myles, S., 2010. “How culture shaped the human genome: bringing genetics and the human sciences together”. Nat Rev Genet 11, 137–148. https://doi.org/10.1038/nrg2734
- Lyson, et al., 2019, “Exceptional continental record of biotic recovery after the Cretaceous–Paleogene mass extinction”, Science, Vol 366, Issue 6468, pp. 977-983 https://doi.org/10.1126/science.aay2268
- Millard J., et al. 2023. “Key tropical crops at risk from pollinator loss due to climate change”. Sci.Adv. 12, 9(41), https://doi.org/10.1126/sciadv.adh0756
- Paixão-Côrtes, V.R. et al., 2012. “Homo sapiens, Homo neanderthalensis and the Denisova specimen: New insights on their evolutionary histories using whole-genome comparisons”, Genet. Mol. Biol. 35 (4 suppl 1), https://doi.org/10.1590/S1415-47572012000600003
- Prado-Martinez, J., Sudmant, P., Kidd, J. et al., 2013. “Great ape genetic diversity and population history”. Nature 499, 471–475. https://doi.org/10.1038/nature12228
- Ritchie, H., 2022. “Did humans cause the Quaternary megafauna extinction?”, OurWorldinData.org https://ourworldindata.org/quaternary-megafauna-extinction
- Salotti, JM., 2020. “Minimum Number of Settlers for Survival on Another Planet”. Sci Rep 10, 9700 https://doi.org/10.1038/s41598-020-66740-0
- Shaw R.E. et al., 2025. “Global meta-analysis shows action is needed to halt genetic diversity loss”, Nature, 638, 704–710, https://www.nature.com/articles/s41586-024-08458-x
- Smith, C.M., 2014. “Estimation of a genetically viable population for multigenerational interstellar voyaging: Review and data for Project Hyperion”. Acta Astronautica, 97, 16–29. https://doi.org/10.1016/j.actaastro.2013.12.013
- Soroka, L., Danylenko, A. and Sokiran, M., 2022. “Legal Issues and Risks of the Artificial Intelligence Use in Space Activity”, Philosophy & Cosmology J., Vol. 28, 118-135 https://doi.org/10.29202/phil-cosm/28/10
- Sümer, A.P., Rougier, H., Villalba-Mouco, V. et al. 2025. “Earliest modern human genomes constrain timing of Neanderthal admixture” Nature 638, 711–717, https://doi.org/10.1038/s41586-024-08420-x
- Svenning J-C, Lemoine RT, Bergman J, et al., 2024. “The late-Quaternary megafauna extinctions: Patterns, causes, ecological consequences and implications for ecosystem management in the Anthropocene”, Cambridge Prisms: Extinction, https://doi.org/10.1017/ext.2024.4
- Svetla Ben-Itzhak, 2024. “The Use of Artificial Intelligence in Outer Space Capabilities”, SAIS Review of International Affairs, Vol. 44, Number 2. https://muse.jhu.edu/article/950954
- Upadhyay, A., Mahajan, P., 2024. “Risk of Artificial Intelligence in Space”, Int. J. of Res. Publ. & Rev., Vol (5), Issue (3), 6267-6269. https://ijrpr.com/uploads/V5ISSUE3/IJRPR24202.pdf
- Waring, T.M., Wood, Z.T., 2021. “Long-term gene–culture coevolution and the human evolutionary transition”, Proceedings of the Royal Society B: Biological Sciences, 288 (1952), https://doi.org/10.1098/rspb.2021.0538
- Webb, S., 2015. “If the Universe Is Teeming with Aliens… WHERE IS EVERYBODY?”, Springer. https://link.springer.com/book/10.1007/978-3-319-13236-5
- Yi, X., et al., 2010. “Sequencing of 50 Human Exomes Reveals Adaptation to High Altitude”, Science, V. 329, 5987, pp. 75-78, https://www.science.org/doi/10.1126/science.1190371
- Zhang Y. et al., 2002. “Managing the forest-water nexus for climate change”. Forest Ecology & Management, Vol.525, 120545 https://doi.org/10.1016/j.foreco.2022.120545